(Να σημειώσω ότι οι αναρτήσεις που θα κάνω με τίτλο: <<η ιστορία της>>, δεν έχουν σχέση με εμένα! Είναι οι πρώτες λογοτεχνικές μου προσπάθειες! Ενδιάμεσα θα κάνω και προσωπικές αναρτήσεις αλλά με άλλους τίτλους)!
...Περπατώντας στο άχαρο μικρό της σπίτι άρχισε να το παρατηρεί καλύτερα! Τέσσερα χρόνια ζούσε σε αυτούς τους τέσσερις τοίχους αλλά ποτέ δε τους είχε παρατηρήσει έτσι! Είδε τα χρώματα των τοίχων, τις αράχνες στις γωνίες που πάντα ανέβαλε να καθαρίσει, αυτή ούτε τις αράχνες της ψυχής της δε τολμούσε να διώξει, θα καθάριζε αυτές! Και καθώς παρατηρούσε, το μάτι της έπεσε στο κομοδίνο με τις κορνίζες, όλη της η ζωή σε στιγμιότυπα! Στάθηκε σε μια φωτογραφία που ήταν μικρή, ήταν δεν ήταν πέντε χρονών! Φορούσε ένα καρπουζί φουστανάκι και τα χείλη της ήταν πασαλειμμένα με παγωτό! Το κεφαλάκι της το στόλιζε ένα ψάθινο καπέλο που στις άκρες του κρεμόντουσαν δύο κατακόκκινα κερασάκια! Όμως αυτό που της τσίμπησε τη ψυχή ήταν η έκφραση της, τόσο χαρούμενη, τόσο αθώα, τόσο μακρινή από την σημερινή...
Δακρυσμένη θυμήθηκε εκείνη τη μέρα που τραβήχτηκε η φωτογραφία, Αύγουστος μήνας, έξω ζέστη λιοπύρι και ο πατέρας της αποφάσισε να τη πάει μια βόλτα να φάνε παγωτό! Θυμήθηκε ακόμη τη χαρά που ένιωσε εκείνη την ώρα! Ήταν η πρώτη φορά που δεν την ένοιαζε ούτε λίγο η απουσία της μητέρας της, ίσως ήταν η πρώτη φορά που χάρηκε που τους είχε εγκαταλείψει αλλά κατευθείαν ένιωσε ενοχές που άφησε τον εαυτό της να σκεφτεί κάτι τέτοιο για τη μητέρα της! Για μια μητέρα όμως που ποτέ δε νοιάστηκε αν είχε παιδί...
Μπήκαν στο αμάξι και ξεκίνησαν για μια παραθαλάσσια τοποθεσία λίγο έξω από τη πόλη! Θυμάται ακόμη πως από την ανυπομονησία της είχε φορέσει ανάποδα το καρπουζί της φορεματάκι και ο μπαμπάς της γελούσε. Όταν έφτασαν εκεί ο πατέρας της τη σήκωσε στα χέρια και κοιτώντας την μες τα μάτια της είπε: <<πάντα θα είμαι εδώ για σένα, ότι κι αν συμβεί>>, δεν ήξερε ο καημένος πως η μοίρα τον είχε ακόμη στο στόχαστρο, δεν ήξερε...
Αφού έκαναν τη βόλτα τους κάθισαν σε ένα μαγαζάκι, το πιο γραφικό που υπήρχε στη περιοχή, ακόμη θυμάται το όνομα του: ΚΥΡ ΜΕΝΤΙΟΣ! Κάθισαν εκεί και παρήγγειλε αυτή ένα παγωτό και αυτός έναν μέτριο ελληνικό! Μέτριο όπως όλα στη ζωή του. Παλιά τον λυπόταν, κ.Μέτριο τον έλεγε, θεωρούσε πως όλα στη ζωή του ήταν μέτρια! Τώρα που μεγάλωσε πόσο επιζητούσε να είχε κι αυτή μια μέτρια ζωή! Τις χόρτασε τις αναταραχές, φτάνει!
Αλλά έτσι είναι αν έχεις γεννηθεί να ζεις στα άκρα με αυτά θα πορευτείς! Λες και ο θεός σου έχει γραμμένη μια διαδρομή, ή αυτή θα πάρεις και θα αντέξεις ή άντε στο καλό σου λέει! Αλλά αυτή δεν άκουσε, της άρεσε πάντα να αντιδρά, να προκαλεί, να τα διαλύει όλα και σαν ένας άλλος φοίνικας να αναγεννάτε από τις στάχτες της! Νόμιζε πως πάντα θα είχε μια επόμενη ευκαιρία αλλά τι είναι οι ευκαιρίες αγάπη μου, πασατέμπος να σου προσφέρεται σε κάθε γωνιά του δρόμου;...